top of page
Search

Πρώτη μέρα στο σχολείο

  • Amalia Bogdanou
  • Sep 14, 2024
  • 6 min read

Και κάποια στιγμή έρχεται η μέρα που τελικά ανοίγουν τα σχολεία μετά από περίοδο καλοκαιριού ή για πρώτη φορά στη ζωή ενός παιδιού.

Η συνηθέστερη αντίδραση των παιδιών είναι η άρνηση στο να πάνε στο σχολείο. Ανάλογα με την ηλικία τους υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτό. Για παράδειγμα ένα μεγαλύτερο παιδί μπορεί να βαριέται τις υποχρεώσεις του σχολείου, μετα από ένα πολύ μεγάλο και ξέγνοιαστο καλοκαίρι, ή να σκέφτεται ότι μαζί με το σχολείο έρχονται και όλες οι άλλες εξωσχολικές δραστηριότητες που του μειώνουν τον ελεύθερο του χρόνο.

Σε μια τέτοια περίπτωση βέβαια η αντίδραση δεν είναι αρκετά έντονη και το παιδί εκφράζει απλώς την δυσφορία ή την δυσαρέσκεια του, χωρίς να προκύπτει κάποια αντιδραστική συμπεριφορά.

 

Από την άλλη μεριά, υπάρχουν και τα παιδιά που πηγαίνουν πρώτη φορά σχολείο, είτε στο παιδικό σταθμό, είτε είναι νηπιαγωγείο και εκεί η δυσκολίες είναι αρκετά έντονες και αντικατοπτρίζονται φανερά στη συμπεριφορά τους. Μπορεί να εκδηλωθούν κλάματα, φωνές, κραυγές, φόβος, διαμαρτυρία, θυμός, άγχος αλλά και σωματικές αντιδράσεις όπως ταχυπαλμία, εφίδρωση, ζαλάδα κτλ.

Πρώτα από όλα να πούμε ότι η αντίδρασή του «δεν θέλω να πάω στο σχολείο», μιλώντας πάντα για προσχολικές ηλικίες, είναι μια φυσιολογική αντίδραση. Το να μην θέλει το παιδί να αποχωριστεί το γονιό είναι απολύτως υγιές και αναμενόμενο. Σημαίνει ότι εχει δομηθεί μια ασφαλής σχέση, το παιδί την εχει εσωτερικεύσει και αναστατώνεται όταν αυτό πάει να ανατραπεί. Και σε αυτό το σημείο χρήσιμο είναι να αναρωτηθούμε τι σχέση άραγε εχει εσωτερικεύσει, αναφορικά με τον γονιό το παιδί εκείνο που για πρώτη φορά φεύγει με μεγάλη άνεση από την αγκαλιά του, το υπερανεξάρτητο παιδί? Χωρίς βέβαια να υπάρχει ποτέ σχέση αίτιας και αιτιατού στην ψυχολογία, είναι μια πολλή καλή τροφή για σκέψη.

Γυρνώντας πίσω, στην δυσκολία ένταξης στο σχολικό περιβάλλον, το πρώτο βήμα για την επίλυση αυτής τη κατάστασης είναι φυσικά να κατανοήσουμε τι γίνεται  στον ψυχισμό του μικρού μαθητή.

Παίρνοντας για παραδειγμα την ηλικία των περίπου 4 ετών (προ νήπιο) θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η αίσθηση του χρόνου είναι αρκετά ασαφής. Ένα παιδί λοιπόν μπορεί να μην μπορεί να προσδιορίσει ακριβώς πόσο χρόνο πρέπει να μείνει μακριά από τον γονιό του και αυτό να το γεμίζει άγχος. Επίσης όσο πιο μικρό είναι το παιδί, η μονιμότητα του αντικειμένου (γονιός), δηλαδή ότι κάποιος επειδή φεύγει δεν σημαίνει ότι δεν θα ξαναγυρίσει, είναι άλλη μια ψυχική διεργασία υπό ολοκλήρωση.

Αυτό που βιώνει το παιδί είναι ένα έντονο άγχος αποχωρισμού. Με άλλα λόγια χάνει την ασφαλή του βάση, δεν ξέρει για πόση ώρα θα λείψει ο γονιός, δεν είναι σίγουρο ότι θα ξαναγυρίσει και επιπλέον δεν γνωρίζει κανέναν από το περιβάλλον και καλείται να τα βγάλει πέρα μόνο του. Επίσης από τις συνηθέστερες ανησυχίες είναι να σκεφτεί ότι κάτι κακό θα συμβεί στον γονιό όσο λείπει, ότι θα τον χάσει και ότι δεν θα ξαναγυρίσει να το πάρει από εκεί. Είναι προφανές ότι ο ασυνείδητος πυρήνας σε όλα αυτά είναι ότι θα μείνει μόνο και εκτεθειμένο και δεν ξέρει εάν τα καταφέρει (άγχος αφανισμού).

Από άποψη νευροβιολογίας εκείνη την ώρα του αποχωρισμού συντελούνται έντονες αντιδράσεις στον εγκέφαλο. Ενεργοποιείται η αμυγδαλή που είναι το κέντρο του φόβου. Η αμυγδαλή βρίσκεται στον ερπετικό εγκέφαλο, δηλαδή στο τμήμα του εγκέφαλου που είναι εκεί για την προστασία του ατόμου και που θα κάνει τα πάντα για να σε προειδοποιήσει ότι κάτι κακό συμβαίνει (ακόμη και αν ο κίνδυνος είναι μόνο στο μυαλό). Όταν ενεργοποιείται αυτό το μικρό όργανο, στο μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου, τότε κλείνει το λογικό κομμάτι και ότι λόγια και να χρησιμοποιήσουμε για να πείσουμε ότι όλα θα πάνε καλά, είναι ανώφελα.

Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε αυτό το φόβο αρκεί να σκεφτούμε ότι μας πετάνε από ένα ελικόπτερο στην ζούγκλα και καλούμαστε να επιζήσουμε μονοί μας, χωρίς να ξέρουμε ποτέ θα μας ξαναπάρουν από εκεί αλλά και ούτε τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Το σίγουρο είναι ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα εκδηλώναμε τουλάχιστον παρόμοιες σωματικές αντιδράσεις.

Άρα εδώ απολύτως χρήσιμο είναι να δούμε πώς μπορούμε να ησυχάσουμε την αμυγδαλή του παιδιού. Για να γίνει αυτό θα βοηθήσει πολύ να χαμηλώσουμε στο ύψος του και αν θέλει να το αγκαλιάσουμε. Το άγγιγμα βοηθάει πάρα πολύ εκτός από το να ανακουφιστεί και να χαλαρώσει, στο να έρθει στο παρόν, γιατι εκείνη την ώρα το παιδί είναι χαμένο μέσα στο συναίσθημα του.

Αν το παιδί δεν θέλει αγκαλιά μπορούμε το χαϊδέψουμε στην πλάτη για να ενεργοποιηθεί  το πνευμονογαστρικού νεύρο που επιφέρει ηρεμία, ή  να του τρίψουμε λίγο τα χεράκια. Μπορεί να του υπενθυμίσουμε να αναπνεύσει πιο βαθιά (είναι χρήσιμο να μάθουμε αναπνοές ηρεμίας στα παιδιά έτσι ώστε να τις χρησιμοποιούν σε δύσκολα συναισθηματικές καταστάσεις).

Πρέπει να ξέρουμε ότι το μικρό παιδί δεν μπορεί να ρυθμίσει μόνο του το συναίσθημά του και ότι τα συναισθήματά του είναι πάντα έντονα. Για να μπορέσει να αυτορυθμιστεί θα πρέπει μαζί μας, μέσα από συνρρύθμιση, να μάθει δεξιότητες αυτορρύθμισης.

Αφού έχουμε προσπαθήσει να ηρεμήσουμε το σώμα περνάμε στο να ηρεμήσουμε το μυαλό μιλώντας καταλληλά. Καλό θα είναι σε αυτήν την προσπάθεια να μην είναι πολλά άτομα τριγύρω για να μπορέσει το παιδί να ηρεμήσει σε γρηγορότερο χρόνο.

Τα παιδιά για να ηρεμήσουν πρέπει να νιώσουν ασφάλεια. Και για να νιώσουν ασφάλεια αυτό που βοηθάει είναι να τα ακούμε.  Αυτό γίνεται μέσα από την ενεργητική ακρόαση, την περιγραφή δηλαδή της κατάστασης  και του συναισθήματος του παιδιού. Έτσι μπορεί να πούμε  «σε καταλαβαίνω, είναι πάρα πολύ δύσκολο αυτό που περνάς τώρα». Μην φοβάστε να αναφερθείτε στο δύσκολο συναίσθημα του παιδιού. Αν  πούμε ότι «όλα είναι μια χαρά, μην κάνεις έτσι» το παιδί θα κατανοήσει ότι κανένας δεν το καταλαβαίνει και επίσης θα του μάθουμε ότι αυτό που αισθάνεται δεν είναι έγκυρο. Προσπαθούμε πάντα με χαμηλή διαβεβαιωτική φωνή να περιγράψουμε την κατάσταση, να περιγράψουμε το συναίσθημα του ώστε και το ίδιο να το ακούσει και να το καταλάβει και στο τέλος πάντα να διαβεβαιώσουμε ότι φροντίζουμε την ασφάλεια του ότι θα επιστρέψουμε σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή «η μαμά θα γυρίσει μετά τη δουλειά. Όλα θα πάνε καλά». Επίσης μια από τις χρυσές φράσεις είναι «είσαι ασφαλής». Προσπαθούμε να χρησιμοποιούμε μικρές φράσεις για να είναι το μήνυμα πιο ξεκάθαρο αλλά και για να μην μπούμε σε διαπραγματεύσεις.

 

Στην προσπάθεια μας αυτή καλό είναι να ειμαστε σε επαγρύπνησή για να βρίσκουμε τα εμπόδια που δεν μας βοηθάνε στο να συνδεθούμε με το παιδί, προκειμένου να τα ξεπεράσουμε. Για παραδειγμα αρκετά συχνά βάζουμε ταμπέλες λέγοντας ότι το παιδί είναι τεμπέλικο και δεν θέλει να πάει στο σχολείο, ότι παίζει θέατρο κτλ. (το χειρότερο είναι να το πούμε δυνατά και να μας ακούσει).

Κανένα παιδί δεν παίζει θέατρο. Το παιδί αισθάνεται κίνδυνο και ο ρόλος μας δεν είναι να επικρίνουμε αλλά κατανοήσουμε και να καθοδηγήσουμε και όπου χρειάζεται να οριοθετήσουμε και να δείξουμε ότι μπορεί να αντέξει το δύσκολο συναίσθημα.

 

Πολλές φορές βέβαια τα σωματικά συμπτώματα δεν είναι μόνο από άγχος για αυτό θα πρέπει να έχουμε κάνει πρωτίστως ιατρικό έλεγχο ώστε να βεβαιωθούμε ότι δεν υπάρχει κάποιο ιατρικό πρόβλημα. Για παραδειγμα ο θυροειδής μπορεί να κάνει ατονία, αδυναμία συγκέντρωσης και αντίστοιχα άλλες παθήσεις μπορεί να κάνουν υπερδιέγερση. Αυτά είναι συμπτώματα που παρατηρούνται και τις υπόλοιπες ώρες απλά μπορεί να δυσχεράνουν ακόμη περισσότερο την προσαρμογή.

Γενικά και εν κατακλείδι

Προετοιμάζουμε φροντίζοντας από πριν να μιλήσουμε για το σχολικό περιβάλλον, να έχουμε μικρούς αποχωρισμούς οπού πάντα ειμαστε συνεπείς στην ώρα της επιστροφής και να μην φεύγουμε «στα κρυφά». Μειώνουμε την αίσθηση του απρόβλεπτου και στοχεύουμε στη σταθερότητα. Δεν φεύγουμε ποτέ από το σχολείο χωρίς να μας καταλάβει.

Μαθαίνουμε τεχνικές χαλάρωσης όπως αναπνοές και πως να ενεργοποιούμε το παρασυμπαθητικό σύστημα (χαλάρωση).

Μαθαίνουμε για τα συναισθήματα. Δεν υπάρχουν καλά και κακά δεν προσπαθούμε να αποφύγουμε κανένα (αργότερα αυτό γίνεται πηγή άγχους στην ενήλικη ζωή).

Αναγνωρίζουμε ότι κάθε συναίσθημα είναι επιτρεπτό αλλά όχι κάθε συμπεριφορά. Για παραδειγμα αν γίνει βίαιο του μαθαίνουμε ότι μπορεί να φοβάται αλλά δεν μπορεί να χτυπάει. Ειμαστε σταθεροί στο όριο, πάντα ευγενικά, όχι τιμωρητικά.

Συνδεόμαστε με το παιδί, ρυθμίζουμε το συναίσθημά του πάντα αναγνωρίζοντας τους φόβους του και ότι αυτό που νιώθει είναι έγκυρο χωρίς να προσπαθούμε ποτέ να το αλλάξουμε. Κάνουμε συνρρύθμιση μαθαίνοντας του δεξιότητες τις οποίες θα χρησιμοποιεί αργότερα μόνο του ανάλογες στρεσσογόνες καταστάσεις.

Χρησιμοποιούμε λίγα λόγια και δεν κάνουμε διαπραγματεύσεις.

Προσπαθούμε να μην ενδώσουμε και ταυτόχρονα να περάσουμε το μήνυμα της ασφάλειας.

Δεν παρατείνουμε την διάρκεια του αποχωρισμού.

Καμαρώνουμε για τα επιτεύγματα τους έστω και αν το παιδί καθίσει μισή ώρα στην τάξη την πρώτη μέρα.

Και φυσικά οπλιζόμαστε με υπομονή γιατι πολλές φορές δεν είναι μια διαδικασία σύντομη.

Στρέφουμε την προσοχή και προς τις δικές μας αντιδράσεις, και αυτοπαρατηρούμαστε προκειμένου να δούμε πως επηρεάζουμε αρνητικά ή θετικά την κατάσταση. Ζητάμε βοήθεια αν δούμε ότι την χρειαζόμαστε.

 

Τέλος λαμβάνουμε υπόψιν τα ιδιοσυγκρασιακά στοιχεία του παιδιού και παρέχουμε και σε αυτό επιπλέον βοήθεια όπου χρειάζεται. Εάν η ένταση του άγχους αποχωρισμού είναι μεγάλη για το αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού και αν τα συμπτώματα επιμένουν για αρκετό χρονικό διάστημα παρότι το έχουμε χειριστεί κατάλληλα, θα ήταν χρήσιμο να αναζητήσουμε



τη συμβουλή ειδικού.

 

Καλή σχολική χρονιά σε όλα τα παιδιά και σε όλους τους γονείς, τους δάσκαλους και τους φροντιστές των μικρών και μεγάλων μαθητών

 

 

ree

 

 
 
 

Comments


Subscribe Form

Thanks for submitting!

  • Facebook

©2022 by ΑΜΑΛΙΑ ΜΠΟΓΔΑΝΟΥ. Proudly created with Wix.com

bottom of page